Το αρχαίο δράμα παραμένει στις μέρες μας ζωντανό θέαμα και αντιπροσωπεύει μέσα στη διαχρονία του την έννοια του «κλασικού». Στην τεράστια διαδρομή του στον χρόνο, έχει πλέον χάσει τον καθαρά ελληνοκεντρικό χαρακτήρα του και έχει αποκτήσει διαστάσεις παγκοσμιότητας. Ο υπαινικτικός και αλληγορικός λόγος με τον οποίο προσεγγίζεται η βία, η εξουσία, η φιλοδοξία, η προσωπική ευθύνη για τις καταστάσεις, ο σεβασμός προς τους θεούς κ.ά. απομακρύνει την αρχαία τραγωδία από τον στόχο μιας πιστής αναπαράστασης γεγονότων και προσώπων της ιστορίας, πλησιάζει όμως και υλοποιεί το όραμα της σύλληψης και της έκφρασης του καθολικού, του συλλογικού και του διαχρονικού. Έτσι, μπορεί παντού και πάντα να αναδεικνύει θέματα όπως το αδιέξοδο της βίας, της αλαζονείας, το παράλογο και το ανώφελο του πολέμου, την ματαιοδοξία και την υπεροψία των ισχυρών, το «ήθος» των αδύναμων κ.ά.
Στα πλαίσια του ευρωπαϊκού προγράμματος HORIZON 2020, υλοποιείται έρευνα με τίτλο “Values Across Space and Time“(VAST).Η συμμετοχή του Πανεπιστημίου Αθηνών έχει στόχο την μελέτη και ανάδειξη των αξιών του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπως αυτές συγκροτήθηκαν αρχικά στην Αρχαία Ελλάδα και διαχρονικά εξακτινώθηκαν, εξελίχθηκαν και καθιερώθηκαν μέσα από διαφορετικούς δρόμους και με ποικίλους τρόπους. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις αξίες που θεωρούνται θεμελιώδεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση και διατρέχουν τους συνεκτικούς άξονες όλων των μελών της, όπως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ελευθερία, η δημοκρατία, ο διάλογος, η ισότητα, η ειρήνη και η δικαιοσύνη. Η συγκεκριμένη έρευνα εστιάζει το ενδιαφέρον της στη μεταφορά των ανθρωπιστικών αξιών στο προσκήνιο του σύγχρονου κόσμου, στη συγκριτική μελέτη, τη συλλογή και την ψηφιοποίηση τους, ώστε να αποτελέσουν κτήμα της άυλης πολιτιστικής του κληρονομιάς ευρωπαίου πολίτη για τις επόμενες γενεές.
H έρευνα επικεντρώνεται στις αξίες του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου οι οποίες εκφράσθηκαν στο Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο (΄΄Παρελθόν των Αξιών΄΄) και εξακολουθούν να αφήνουν έντονο πολιτιστικό, κοινωνικό και ανθρωπιστικό αποτύπωμα (΄΄Παρόν των Αξιών΄΄) μέσα από τις σύγχρονες παραστάσεις της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και κωμωδίας.
Στα πλαίσια του συγκεκριμένου έργου, πραγματοποιήθηκε εμπειρική έρευνα σε θεατές παράστασης αρχαίου δράματος (τραγωδία). Σκοπός της ήταν να διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο εμφανίζονται, αλλά και προσλαμβάνονται από τους θεατές του σήμερα οι θεμελιώδεις διαχρονικές ηθικές αξίες του αρχαίου δράματος, όπως εμφανίζονται εγγεγραμμένες σε ένα συγκεκριμένο κείμενο, αλλά και σε μια εμβληματική σύγχρονη παράσταση του (΄΄Παρελθόν των Αξιών΄΄). Βασικά ερωτήματα της έρευνας αφορούσαν στο πώς οι θεατές αντιλαμβάνονται τη δράση και τη συμπεριφορά των ηρώων, τις ενέργειες και τις σχέσεις των πρωταγωνιστών, αλλά και το αν τελικά η ίδια η παράσταση υποστήριζε την αυταξία του αρχικού κειμένου.
Η πρώτη φάση της έρευνας κοινού ξεκίνησε στις αρχές του καλοκαιριού το 2021 και ολοκληρώθηκε στα τέλη του Ιουνίου του ίδιου έτους, ενώ θα ακολουθήσουν άλλες δύο : μία μετά την παρέλευση έξι μηνών και μία άλλη μετά από δώδεκα μήνες, με στόχο να επισημανθεί η λειτουργία της μνήμης των θεατών και η συγκράτηση των βασικών αξιών του έργου και της παράστασης που παρακολούθησαν. Με την ολοκλήρωση και των τριών φάσεων της έρευνας, θα ανιχνευθεί η πρόσληψη και καταγραφή των αξιών του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από το σύγχρονο θεατή.
Σε ένα πρώτο στάδιο 105 άτομα, τα οποία είχαν επιλεγεί τυχαία από ένα ευρύτερο πληθυσμό 280 υποψηφίων, παρακολούθησαν ηλεκτρονικά την τραγωδία «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου, με θέμα τη σύγκρουση των δύο γιων του Οιδίποδα για τον θρόνο, σε σκηνοθεσία του Λιθουανού σκηνοθέτη Τσέζαρις Γκραουζίνις και μετάφραση Γιώργου Μπλάνα, η οποία παρουσιάστηκε από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας, συγκίνησε κοινό και απέσπασε θερμές κριτικές.. Η πρώτη παράσταση πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης, το καλοκαίρι του 2016 (6 και 7 Ιουλίου). Το ίδιο καλοκαίρι καθώς και το επόμενο(2017) περιόδευσε με επιτυχία σε όλη την Ελλάδα σε πλήθος αρχαίων θεάτρων και ανοιχτούς πολιτιστικούς χώρους, με εμβληματικό σταθμό το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Η παρακολούθηση της θεατρικής παράστασης έγινε με ηλεκτρονικό τρόπο, σε χρόνο και σε τόπο που βόλευε τους συμμετέχοντες και όχι με φυσική παρουσία, πρωτίστως λόγω των έκτακτων συνθηκών που δημιούργησε η πανδημία COVID-19 και ο ιός SARS-Cov-2, αλλά και για να δοθεί η δυνατότητα σε άτομα από διάφορα μέρη της Ελλάδας να συμμετάσχουν στη μελέτη και να εκφράσουν τη γνώμη τους αφού μέλημά μας ήταν να συμπεριληφθεί ένα όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα από ενήλικα άτομα, με διαφορετικό δημογραφικό και πολιτιστικό προφίλ.
Στη συνέχεια και αμέσως μετά τη ψηφιακή παρακολούθηση της θεατρικής παράστασης οι συμμετέχοντες στην μελέτη συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο ειδικά δημιουργημένο ως προς τη θεματική και τη στόχευσή του. Γενικός σκοπός της συμπλήρωσής του ήταν η καταγραφή της γνώμης και η διερεύνηση των απόψεών των συμμετεχόντων σχετικά με την θεατρική παράσταση που παρακολούθησαν. Αρχικά δηλαδή, ο εντοπισμός και η αξιολόγηση των βασικών ιδεών και αξιών του έργου όπως αυτές δίνονται από το συγγραφέα στο ίδιο το κείμενο και (στη συνέχεια), ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνούσαν με αυτές οι θεατές, δια της θεατρικής παράστασης. Ειδικότεροι στόχοι του ήταν επίσης η διερεύνηση της οπτικής του σκηνοθέτη για τις ενέργειες των πρωταγωνιστών της παράστασης, αλλά και η διατύπωση των απόψεων των θεατών για το ρόλο των κωδίκων της παράστασης, ως προς τη μεταβίβαση των μηνυμάτων του έργου σε ένα σύγχρονο κοινό.
Στην έρευνα πήραν μέρος γυναίκες και άνδρες, από διαφορετικές ηλικιακές και επαγγελματικές ομάδες (εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, μεταπτυχιακοί φοιτητές, κ.ά.),με διαφορετικό τόπο κατοικίας , με υψηλό επίπεδο σπουδών και προέλευση κυρίως από το χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών ( ο μεγαλύτερος αριθμός ήταν γυναίκες). Οι θεατρικές εμπειρίες τους από την παρακολούθηση παραστάσεων ήταν επίσης διαφορετικές, με ιδιαίτερη όμως προτίμηση τόσο στο Αρχαίο Ελληνικό Δράμα (τραγωδία-κωμωδία), όσο και στο Νεοελληνικό και Παγκόσμιο Θέατρο.
Ως κριτήριο αξιολόγησης των παραστάσεων αρχαίου δράματος που παρακολουθούν, ανέφεραν ότι εστιάζουν κυρίως στο περιεχόμενο του έργου και τους καλλιτεχνικούς συντελεστές που μπορεί να έχει μία παράσταση, ενώ θεωρείται κατά τους ίδιους ότι τη μέγιστη ευθύνη για τη μη ανταπόκριση μιας παράστασης στις προσδοκίες τους σημαντικό ρόλο διαδραματίζει ο σκηνοθέτης και ακολούθως οι ηθοποιοί της παράστασης. Γενικά ως κοινό ,οι συμμετέχοντες στην έρευνα, (όπως ανέφεραν), φαίνεται ότι έχουν την τάση να προβληματίζονται από αυτά που βλέπουν και να συζητούν με άλλους θεατές, Όσον αφορά στην επαφή τους με το έργο «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου, η άποψή τους παρουσιάζει ανομοιογένεια, με δεδομένο ότι άλλοι είχαν ασχοληθεί περισσότερο με αυτό και άλλοι λιγότερο.
Βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης, η παράσταση του Τσέζαρις Γκραουζίνις απέσπασε κατά πλειοψηφία θετικές κριτικές από τους ψηφιακούς θεατές της. Ο σκηνοθέτης, θεωρήθηκε ότι υποστήριξε επάξια την αυταξία του κειμένου και λειτούργησε ισορροπημένα ανάμεσα στην ποιητικότητα του τραγικού λόγου και την μεταφορά της τραγωδίας στην σύγχρονη εποχή. Μέσα από τις ιδιαίτερες σκηνοθετικές επιλογές και τεχνικές του μοντερνισμού, τη χρήση και τη λειτουργία των θεατρικών κωδίκων, το νοηματικό περιεχόμενο της τραγωδίας και τη δράση του κύριου πρωταγωνιστή της, οι θεατές έγιναν κοινωνοί των βασικών ιδεών που εκφράζει ο Αισχύλος στο συγκεκριμένο έργο του : την κυριαρχία της θεϊκής βούλησης έναντι της ανθρώπινης, ενώ φάνηκε ότι έγιναν κατανοητές οι αξίες ηθικού/διανοητικού και πολιτικού/κοινωνικού περιεχομένου που εκφράζονται από τα πρόσωπα του έργου και το δραματικό κείμενο, όπως τα δεινά του εμφυλίου πολέμου, η αξία της ανθρώπινης ζωής και η ανάγκη για συμφιλίωση. Άλλες σημαντικές (για τους αποδέκτες θεατές), αξίες που ανέδειξε το έργο ήταν ο σεβασμός στους νεκρούς και το καθολικό δικαίωμα της ταφής, οι καταστροφικές επιπτώσεις της εξουσιομανίας και της φιλοδοξίας, αλλά και η αυτοσυγκράτηση του λαού ως ένα σημαντικό πλεονέκτημα στη διαχείριση δύσκολων πολιτικών καταστάσεων και κρίσεων.
Η συγκεκριμένη σκηνοθεσία,(πάντα σύμφωνα με τους ερωτώμενους), σέβεται τη βασική δομή του πρωτότυπου κειμένου και παρουσιάζει τα γεγονότα που καθορίζουν τους δομικούς άξονες του έργου του Αισχύλου .Παράλληλα όμως προχωρά σε πρωτότυπες συνθέσεις και σκηνικούς χειρισμούς, όπως η χρήση της σκάλας και της χωροταξικής ένταξης στην σκηνή των επτά ασπίδων, πετυχαίνοντας να προσδώσει μια πιο σύνθετη ερμηνεία των αισχυλικών νοημάτων και των αξιών. Για τους θεατές της παράστασης, ο σκηνοθετικός χειρισμός της σκάλας στην αρχή της παράστασης συμβόλισε επάξια την άνοδο και την πτώση της εξουσίας αλλά και η σκηνή των επτά ασπίδων θεωρήθηκε πολύ πρωτότυπη και λειτουργική, γιατί εισήγαγε ένα ειρωνικό και συνάμα κωμικό στοιχείο που ενίσχυσε την τραγικότητα των καταστάσεων.
Βάσει των απαντήσεων που έδωσαν οι συμμετέχοντες στην έρευνα, ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης επιλέγει να αποδοθούν σκηνές της παράστασης σε συνδυασμό με τη μετάδοση των μηνυμάτων και των αξιών που φέρει το πρωτότυπο στους θεατές του σήμερα αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της. Οι θεατές έκριναν ότι ο Ετεοκλής εμφανίζεται κυρίως υποτιμητικός απέναντι στις γυναίκες, το χορό και τις αντιδράσεις τους, αντιδιαστέλλοντας τη μοιρολατρική διάθεση των γυναικών με τη δυναμική στάση των ανδρών. Ο Ετεοκλής απευθυνόμενος στο χορό, άλλωστε, λέει πως στις γυναίκες αυτές πρέπει το “σιγᾶν καὶ μένειν εἴσω δόμων”( ΄΄να σωπαίνουν και να μένουν μέσα στα σπίτια τους΄΄) επιβεβαιώνοντας πως η σιωπή της γυναίκας δεν έχει να κάνει μόνο με την παρουσία ή την απουσία του λόγου για αυτή, αλλά και με την αντίθεση της ανδροκρατούμενης κοινωνίας στην παρουσία της γυναίκας εκτός της οικίας. Ωστόσο, σύμφωνα με τις απαντήσεις των συμμετεχόντων μέσα από τους σκηνοθετικούς χειρισμούς και την απόδοση των ρόλων των ηθοποιών, παρουσιάστηκε απαξιωτικά η άνιση και μεροληπτική σχέση των δύο φύλων, κάτι που αντικατοπτρίζει και την επιτακτική ανάγκη της σημερινής κοινωνίας για την ισότητα.
Σύμφωνα με τις αναφορές των συμμετεχόντων στη σκηνή της τελικής αναμέτρησης ανάμεσα στον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, αν και απουσιάζει ο λόγος, εν τούτοις μέσα από την κινησιολογία των ηθοποιών αποδίδονται πλήρως τα νοήματα της τραγωδίας. Βίαιες αγκαλιές, πρόσωπα τα οποία αγκαλιάζονται και μετά απελευθερώνονται λυτρωτικά, μέχρι να οδηγηθούν στο τελειωτικό σμίξιμο που είναι ο θάνατος, σκιαγραφούν τη δυναμική της σκηνικής εικόνας. Οι ήρωες πεθαίνουν όρθιοι και σφιχταγκαλιασμένοι. Ο σκηνοθέτης επιλέγει να αποδώσει τα νοήματα της τραγωδίας, να αναδείξει τον διαχρονικό και παγκόσμιο χαρακτήρα της χρησιμοποιώντας έναν κώδικα επικοινωνίας που είναι κατανοητός από όλους. Όσον αφορά στην τελική απόφαση του Ετεοκλή να αναμετρηθεί με τον αδερφό του Πολυνείκη, ως πράξη, θεωρήθηκε αναγκαία από τους θεατές για την υπερίσχυση του τραγικού πετρωμένου, προσδιορίζοντας τις ενέργειες του ήρωα ως ένα συνδυασμό μοιραίας επιταγής και ελεύθερης βούλησης. Το στοιχείο αυτό αποκτά ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον αν αναλογιστούμε ότι στα έργα του Αισχύλου βρίσκουμε ανεπτυγμένη τη διαλεκτική ανάμεσα στην ανθρώπινη και τη θεία βούληση. Η επί σκηνής ενεργοποίηση του βωβού Πολυνείκη και η κινησιολογική αντιπαράθεση του με τον Ετεοκλή, η καθηλωτική υποκριτική απόδοση των ηθοποιών, οι συμβολισμοί, οι σκηνοθετικοί χειρισμοί και η υποβλητική χρήση της μουσικής κατά τη διάρκεια της παράστασης φαίνεται από τις απαντήσεις ότι συνέτειναν στη δραματική ένταση και τη μετάδοση των μηνυμάτων και των αξιών του δραματικού κειμένου. Άλλα οπτικο/ακουστικά στοιχεία που αναφέρθηκαν από τους θεατές ότι τόνιζαν την τραγικότητα του θεατρικού έργου ήταν η επιλογή του μικτού χορού και η συνολική διαχείριση του, όπως και οι ενδυματολογικές και σκηνογραφικές επιλογές.
Τέλος, σε μεγάλο ποσοστό οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι το δραματικό κείμενο του Αισχύλου υπό την ιδιαίτερη και συγκεκριμένη σκηνοθετική ανάγνωση, τη μορφοποίησή του στη σκηνή και την ενορχήστρωση όλων των σκηνικών κωδίκων πραγματεύεται αξίες και θέτει ζητήματα που αφορούν τον Έλληνα και Ευρωπαίο πολίτη του σήμερα αφού το περιεχόμενό του παρουσιάζεται διαχρονικό και συνάμα πανανθρώπινο, χωρίς να παραλείπει την ανάδειξη των ομοιοτήτων μεταξύ του εξουσιαστικού λόγου των πρωταγωνιστών του έργου και των σημερινών πολιτικών. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στη σηματοδότηση του σκηνοθετικού χειρισμού της τελευταίας σκηνής της παράστασης όπου ο χορός αδυνατεί να περπατήσει και να μετακινηθεί επί σκηνής, ενώ η Αντιγόνη και η Ισμήνη αποσύρονται με τα πτώματα των δύο αδελφών τους, αφού και από τους θεατές γίνεται αντιληπτό ότι ο χορός βρίσκεται εγκλωβισμένος εξαιτίας των επιλογών και των δράσεων των ηγετών του. Συμπερασματικά, από το σώμα των απαντήσεων αναδείχθηκε ότι η παράσταση πρόβαλε επιτυχώς το εννοιολογικό/αξιακό και αρχέτυπο περιεχόμενο του έργου του Αισχύλου , κατέδειξε τις αξίες και τα μηνύματα που είναι εγκιβωτισμένα σε αυτό (΄΄Παρελθόν των Αξιών΄΄)και δημιούργησε την ανάγκη στο κοινό να ανατρέξει στο πρωτότυπο κείμενο για μια δεύτερη ανάγνωσή του.
Κώστας Μαστροθανάσης, Υποψ. Δρ ΠΤΔΕ Πανεπιστημίου Αιγαίου, Συνεργάτης του Προγράμματος
Αλεξία Παπακώστα, Δρ ΠΤΔΕ-ΕΚΠΑ, ΕΕΔΙΠ ΠΤΔΕ -ΕΚΠΑ, Συνεργάτις του Προγράμματος