Το Θέατρο αξιώνεται στη συνείδησή μας, όταν μας καλεί να γίνουμε μάρτυρες της ανακάλυψης στιγμών καθαρής ανθρωπιάς, μέσα από ένα ζωντανό γεγονός που συμβαίνει εδώ και τώρα.
Αυτές οι στιγμές δεν προκύπτουν όταν είμαστε σαν τη ζωή, αλλά από την ίδια τη ζωή, όταν το Θέατρο έρχεται να συναντήσει τη ζωή. ( Ο Αρτώ κάνει έκκληση σε ένα καθολικό θέαμα, θεμελιωμένο στο σώμα και την αναπνοή του ηθοποιού – αθλητή, σε μια τελετουργία μαγική που θα απευθύνεται άμεσα στις αισθήσεις του θεατή, αληθινή θεραπεία του εκφυλισμού της εποχής μας. Με άλλα λόγια το παίξιμο του ηθοποιού ασφαλώς και αντλεί υλικό από τη ζωή, παραπέμπει αλλά δεν περιορίζεται σε αυτήν.
Στο ξεκίνημά του ο ηθοποιός έχει μόνο τη ζωή, αντιλαμβάνεται τη ζωή μέσα από το «ξαναπαίξιμο», το μιμικό σώμα που λέει ο Ζακ Λεκόκ. Από τις καταστασιακές δομές του κειμένου, ψυχολογικές κατά Στανισλάφσκι κινείται ανοδικά προς άλλα διαφορετικά επίπεδα παιξίματος, αφού το θέμα δεν είναι να αναγνωρίσουμε την πραγματικότητα, αλλά να τη φανταστούμε και να της δώσουμε μορφή, μια άλλη μορφή, ποιητική οπτική.Το όχημα, η κινητήριος δύναμη για να φτάσουμε σε μια ποιητική μορφή (οπτική), είναι οι δομές παιχνιδιού που θα δώσουν την ευκαιρία στον ηθοποιό να ξαναγράψει το έργο με τα πόδια. Η θεατρική παράσταση βρίσκεται ανάμεσα στις δύο αυτές δομές.Η ενεργοποίηση της φαντασίας και του ψυχισμού του ηθοποιού προκύπτουν, δεν παίζεις με σκοπό να επινοήσεις κάτι, αλλά για να ικανοποιηθείς και να πετύχεις οτιδήποτε καλύτερο από αυτά που σου συμβαίνουν. Αυτή είναι και η στοιχειώδης διαφορά από τον αυτοσχεδιασμό. Με τον αυτοσχεδιασμό παράγουμε και δομούμε ιδέες. Είναι μια πολύπλοκη δραστηριότητα. Το παιχνίδι ασχολείται με τη δράση και την αντίδραση παράγει ενέργεια και το κυριότερο εντάσσει τον ηθοποιό στη στιγμή, στο παρόν, στο εδώ και τώρα.Μόλις πλαισιώσουμε αυτές τις αντιδράσεις στα συμφραζόμενα ενός θεατρικού έργου γίνονται αξιόπιστες ψυχο-φυσικές αντιδράσεις ανταποκρινόμενες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην παράδοση του Στανισλάφσκι. Έτσι λοιπόν αν και φαίνεται ότι δουλεύουμε αρχικά από έξω προς τα μέσα, καταλήγουμε να βλέπουμε τα πράγματα σαν να δουλεύουμε από μέσα προς τα έξω.
Αν εμπλέξουμε το κείμενο με μια σειρά παιχνιδιών ηχητικών – αισθητηριακών τότε το κείμενο ελευθερώνεται και αποκτά το δικό του σώμα, μια άλλη οπτική. Αρκεί να αθωώσουμε το κείμενο από τα δεσμά του νοήματος. Μια τέτοια διαδικασία επιτρέπει στον ηθοποιό να το αισθανθεί σωματικά και όχι μόνο μέσα στο μυαλό του. Μια τέτοια διαδικασία επιτρέπει στον ηθοποιό να το αισθανθεί σωματικά και όχι μόνον μέσα στο μυαλό του. Έτσι μπορεί να εκφράσει το ανείπωτο και άφατο του αληθινού αισθήματος με το Αρτώ να υποστηρίζει «κάθε αληθινό αίσθημα είναι στην πραγματικότητα ανέκφραστο (το να εκφράσεις σημαίνει προδίδεις, προδίδεις σημαίνει παραποιείς. Η αληθινή έκφραση κρύβει αυτό που εκδηλώνει).
Ένα τέτοιο «σώμα λόγου» πυροδοτημένο από ήχο και κίνηση, χάνει τις ψυχολογικές του αποχρώσεις και υπερβαίνει την καθημερινότητα της ζωής του και κοινωνεί με μεγαλύτερη ακρίβεια το πνεύμα του συγγραφέα.
Τάκης Τζαμαριάς
Σκηνοθέτης , ΕΕΔΙΠ ΠΤΔΕ-ΕΚΠΑ