«Πολλή μέν ἐν βροτοῖσι κοὐκ ἀνώνυμος θεά …», «Τρανή θεά και κοσμοξακουσμένη σε γη και σ’ ουρανό, εγώ είμαι η Κύπρη», έγραψε ο Ευριπίδης και μετέφρασε ο Κώστας Βάρναλης. Αυτή η εικόνα της παντοδύναμης θεάς που διαφεντεύει το σύμπαν κυριαρχεί στον «Ιππόλυτο» του Εθνικού Θεάτρου που σκηνοθέτησε η Κατερίνα Ευαγγελάτου. Η Αφροδίτη αναγορεύεται από τη σκηνοθέτιδα σε μαριονετίστα, κινεί τα νήματα της ζωής των ανθρώπων, εμπνέει πάθη, δημιουργεί δράσεις και αντιδράσεις, αποφασίζει για τη ζωή και το θάνατο. Προαναγγέλλει ήδη από την έναρξη την πορεία και το τέλος του έργου. Ακολουθώντας τη μόδα της εποχής η κυρία Ευαγγελάτου εισήγαγε στην παράσταση την κινηματογραφική προβολή. Η Αφροδίτη (Έλενα Τοπαλίδου) με την κάμερα ανά χείρας καθ’ όλη τη διάρκεια, βιντεοσκοπεί και προβάλλει στο επίμηκες video-wall, που καταλαμβάνει τη σκηνή δίκην ανακτόρου της Τροιζίνας, πλάνα γενικά, κυρίως όμως λεπτομέρειες, μάτια, δάχτυλα, αντικείμενα.
Η παράσταση διαδραματίζεται σε μια βαλτώδη περιοχή την οποία διατρέχουν ρυάκια νερού. Στο χώρο αυτό θα εξελιχθεί το έργο και θα κινηθούν τα πρόσωπα του δράματος. Η Φαίδρα, γυναίκα του βασιλιά και ήρωα Θησέα, έμπλεη πάθους για το νόθο γιό του άνδρα της, τον νεαρό και εκούσια ανέραστο Ιππόλυτο, η Τροφός της, αφοσιωμένη στην κυρά της, οι θεές Αφροδίτη και Άρτεμις. Η άρνηση του Ιππόλυτου να αποδώσει τιμές στην Αφροδίτη προκαλεί την μήνιν της θεάς, η οποία χρησιμοποιεί ως όργανο σωφρονισμού και τιμωρίας τη Φαίδρα, στην οποία εμπνέει σφοδρό έρωτα για τον Ιππόλυτο. Η Φαίδρα αγωνίζεται να κρατήσει την επιθυμία της κρυφή, όταν όμως η Παραμάνα αποκαλύπτει το μυστικό στον Ιππόλυτο, αυτοκτονεί. Ο φόβος της μεταθανάτιας διαπόμπευσης την οδηγεί να αφήσει επιστολή στον Θησέα, στην οποία αποδίδει την αυτοχειρία της σε βιασμό που δήθεν υπέστη από τον Ιππόλυτο. Ο Θησέας εξορίζει το γιό του και εύχεται στον Ποσειδώνα να τον σκοτώσει. Ο θεός στέλνει έναν άγριο ταύρο ο οποίος τρομάζει τα άλογα του Ιππόλυτου. Τα ζώα αφηνιασμένα σέρνουν τον Ιππόλυτο στα βράχια και τον τραυματίζουν θανάσιμα. Με την παρέμβαση της Αρτέμιδος αποκαλύπτεται η αλήθεια. Πατέρας και γιός συμφιλιώνονται, λίγο πριν ο Ιππόλυτος ξεψυχήσει.
Απ’ όλα τα επιμέρους θέματα, τα οποία συνδέονται άρρηκτα με τον πυρήνα του έργου, η κυρία Ευαγγελάτου επέλεξε να εστιάσει στο θέμα του έρωτα. Ο «Ιππόλυτος», όμως, δεν είναι μια ερωτική τραγωδία ούτε έχει μεταφυσικό υπόστρωμα. Το κύριο ζήτημα δεν είναι ο έρωτας της Φαίδρας ούτε η αγνότητα του Ιππόλυτου. Ο έρωτας στην τραγωδία υπερβαίνει τη σωματικότητα και αποκτά πολιτική χροιά αφού συνδέεται με την ύπαρξη απογόνων, τη συνέχεια του οίκου και την αναρρίχηση στην εξουσία. Κατ’ επανάληψη η Φαίδρα αναφέρεται στο καλό όνομα που πρέπει να κληροδοτήσει στα νόμιμα από τον Θησέα τέκνα της, ενώ ο νόθος γιός Ιππόλυτος αρνείται και την ιδέα να σφετεριστεί το θρόνο του πατέρα του με εφαλτήριο πιθανή σχέση με τη Φαίδρα. Εκείνη επικαλείται ως αιτία του παράνομου πάθους την κληρονομικότητα και ερμηνεύει έτσι την Αφροδίτη όχι ως ύπαρξη αλλά ως αναπόσπαστο στοιχείο της υπόστασης του όντος. Ο Ιππόλυτος από την άλλη πιστεύει με αλαζονεία ότι μπορεί να υπερβεί την ανθρώπινη φύση. Και οι δύο με τρόπο διαφορετικό και για λόγους διαφορετικούς αντιστέκονται στο φυσικό νόμο, υπερβαίνουν το μέτρο και διαπράττουν ύβριν. Όσον αφορά στο Θησέα, αυτός παρορμητικά και άκριτα καταδικάζει το γιό του και βυθίζεται στην ενοχή και την ωδίνη, ώσπου η συγχώρεση που του παρέχει ο Ιππόλυτος, τον απαλλάσσει.
Στο πρόγραμμα της παράστασης εντίμως αναφέρεται ότι πρόκειται για διασκευή. Το ερώτημα ωστόσο που κυριαρχεί είναι σε τι αποσκοπεί αυτή η διασκευή. Η προσθήκη της σύγχρονης απεικονιστικής τεχνολογίας, το τσιγάρο που κάπνισε η Φαίδρα, το ουίσκι που ήπιε η Τροφός, η (ανύπαρκτη στο κείμενο) συνάντηση της Φαίδρας με τον Ιππόλυτο, το φιλί στο στόμα της Αφροδίτης με τη Φαίδρα, η ολική απέκδυση του Χορού ούτε οδηγούν σε κάποιο σημαινόμενο ούτε πρωτοτυπίες αποτελούν. Όλα έχουν γίνει κατ’ επανάληψη σε παραστάσεις αρχαίου δράματος χωρίς τις περισσότερες φορές, όπως και τώρα, να οδηγούν σε ερμηνεία του κειμένου, σε συμβολισμό, σε σύγχρονες αναλογίες. Η ανομολόγητος αιτία της διασκευής φαίνεται να είναι μόνο ο εντυπωσιασμός των μη παροικούντων.
Από το αυθεντικό κείμενο διέγραψε η σκηνοθέτις εκτός άλλων το πρόσωπο του Θεράποντα-Παιδαγωγού, ένα ρόλο μικρό αλλά σημαντικό δραματουργικά, καθώς υποδεικνύει τη θέση του Ευριπίδη και αποκαλύπτει τους λόγους για τους οποίους ο Ιππόλυτος αρνείται την Αφροδίτη, δηλαδή τον έρωτα. Απάλειψε επίσης το εξόδιο άσμα του Χορού, το οποίο σύμφωνα με μελετητές της τραγωδίας υποδεικνύει τον Περικλή που είχε πεθάνει ένα χρόνο πριν την πρώτη διδασκαλία, τον συνδέει με το Θησέα και δημιουργεί πολιτικό υπόβαθρο στο έργο. Σμίκρυνε ακόμη τον αριθμό των γυναικών του Χορού σε έξη πρόσωπα, ενώ συρρίκνωσε τα χορικά μέρη, τα οποία αποτελούν δομικά στοιχεία της τραγωδίας. Δυσανάλογα παρουσίασε τους ακόλουθους του Ιππόλυτου ως ένα κανονικό Χορό δώδεκα ανδρών, οι οποίοι αφού εμφανίστηκαν στην Ορχήστρα κατά την έναρξη, στη συνέχεια, καθώς δεν είχαν ρόλο να υπηρετήσουν, κλήθηκαν να τρέχουν φρενιασμένα, να πηδούν τα πλαστικά ρυάκια, να κατευθύνουν αναμμένους φακούς προς το κοινό, να συμμετέχουν σε βιντεοσκοπημένο ομαδικό σεξ με τις κοπέλες του Χορού και στο τέλος, μετά την αποθέωση του Ιππόλυτου, να αφαιρούν τα ρούχα τους όλοι μαζί.
Από την παράσταση απουσίαζε η ένταση, η συνέπεια, η ουσία, η σκηνοθετική ερμηνεία, η ανάδυση του νοήματος. Η δράση διχοτομήθηκε μεταξύ οθόνης και Ορχήστρας. Η έμφαση στα πλάνα λεπτομερειών (μάτια, χέρια, μποτάκια της Αφροδίτης, επιστολή της Φαίδρας, πληγές του Ιππόλυτου) αποσυντόνιζε και οδηγούσε στη διάσπαση της προσοχής. Το μεγάλο κάδρο απορρόφησε το μικρό. Το φυσικό μέγεθος του ηθοποιού εκμηδενίστηκε και συρρικνώθηκε μπροστά στη μεγέθυνση του πλάνου.
Οι ηθοποιοί δεν καθοδηγήθηκαν σε μία ενιαία υποκριτική φόρμα με αποτέλεσμα ο καθένας να ερμηνεύει κατά το δοκούν. Η Έλενα Τοπαλίδου αναδείχθηκε σε πρωταγωνίστρια του έργου και διέπρεψε με τη γνωστή χορευτική της δεξιότητα στο διπλό ρόλο της Αφροδίτης και της Αρτέμιδος. Η Κόρα Καρβούνη ως Φαίδρα εξέφρασε το πάθος που την οδηγεί στην καταστροφή άτονα και χλιαρά. Η Μαρία Σκουλά (Τροφός) αποδέχτηκε υπερβολικά ψύχραιμα την αποκάλυψη της Φαίδρας για τον κρυφό της έρωτα και υποδύθηκε ψυχρά το ρόλο με πιο πολύ ενδιαφέρον για την μπουκάλα με το ουίσκι παρά για τη βασίλισσά της. Ο Ορέστης Χαλκιάς (Ιππόλυτος) εισήλθε στη σκηνή ορμητικά, αλλά η πρώτη θετική εικόνα αμαυρώθηκε από την έλλειψη ελέγχου της φωνής και των συναισθημάτων του. Ο ρόλος στη συνέχεια αποδόθηκε με περισσότερα νεύρα παρά νεύρο. Στην αντιπαράθεση με τον πατέρα ήταν ένας πεισματάρης έφηβος και όχι ένας διαβεβλημένος που υπερασπίζεται την αθωότητα και τις επιλογές του. Ο Γιάννης Τσορτέκης δεν απέδωσε την πολυπλοκότητα του Θησέα, επέδειξε όμως γνήσιο σπαραγμό στην τελική σκηνή με τον Ιππόλυτο. Ο Εξάγγελος του Δημήτρη Παπανικολάου επαρκής και μετρημένος.
Η Εύα Μανιδάκη δημιούργησε το σκηνικό με βασικό ζητούμενο μία οθόνη για την προβολή του video. Ο υπόλοιπος χώρος της Ορχήστρας ντύθηκε με βραχάκια, καλάμια και ρυάκια των οποίων η πλαστική κοίτη διακρινόταν από το κοινό. Στα ρυάκια αυτά ξάπλωσαν τη νεκρή Φαίδρα σαν άλλη Οφηλία του Μιλέ και μέσα στο νερό παρέμεινε από την πρώτη στιγμή, που η Αφροδίτη τοποθετεί άτεχνα πάνω της (σε μεγέθυνση στο video) την ενοχοποιητική επιστολή, ως την εκδίωξη του Ιππόλυτου από την Τροιζίνα. Μέσα στο ρυάκι τοποθετείται και το πληγωμένο σώμα του Ιππόλυτου στον ακροτελεύτιο διάλογο του νέου με τον Θησέα. Εάν το νερό είναι το μέσον καθαρμού από την ύβριν, ο σκηνογραφικός-σκηνοθετικός συμβολισμός είναι πρόδηλος. Η κακοτεχνία όμως, καθώς και η υπερβολική χρήση κατέστησαν το εύρημα ιλαρό.
Η μουσική του Αλέξανδρου-Δράκου Κτιστάκη απούσα από τα λυρικά μέρη, τα χορικά που η διασκευή της Κατερίνας Ευαγγελάτου φρόντισε να ακρωτηριάσει, υπογράμμιζε διαρκώς τα Επεισόδια σαν μουσική επένδυση κινηματογραφικής ταινίας, προμηνύοντας την επερχόμενη καταστροφή.
Η μετάφραση του Κώστα Τοπούζη πόρρω απείχε από την ποιητικότητα του πρωτοτύπου. Ένα μικρό παράδειγμα είναι αρκετό, όταν η Τροφός παροτρύνει τη Φαίδρα «Όρμα του…». «Θα του χιμήξω …», απαντά η Φαίδρα, για την περίπτωση που θα πεισθεί να το κάνει.
Και μία παρατήρηση: φάνηκε να υπήρξε ιδιαίτερη επιμέλεια με επανάληψη και επιτονισμούς στη χαλκευμένη από τη Φαίδρα κατηγορία κατά του Ιππόλυτου. Η Φαίδρα ως δραματικός χαρακτήρας δεν είναι ούτε φαύλη ούτε διεστραμμένη. Στην εποχή του Me Too και των αποκαλύψεων που ακολούθησαν, μία τέτοια έμφαση, αν δεν είναι «ξέπλυμα» βιαστών, είναι τουλάχιστον άκαιρη και δε δικαιολογείται.
Η αναίτια διασκευή, η διάσπαση των θεμάτων της τραγωδίας και η μονομερής επιλογή ενός εξ αυτών, η έλλειψη σύνθεσης των επιμέρους, καθώς και η απουσία σκηνικής διδασκαλίας στον «Ιππόλυτο» μόνο ανυπαρξία άποψης και σκηνοθετική αμηχανία αποκαλύπτουν. Το αποτέλεσμα ήταν παράσταση αδιάφορη, άνευρη και ανώφελη.
Δρ. Κόννη Σοφιάδου