Θέατρο Σκιών – Κουκλοθέατρο – Μαριονέτες Μορφές Θεάματος στην Εκπαίδευση

1. Θέατρο Σκιών

Το Θέατρο Σκιών, ο γνωστός ελληνικός  Καραγκιόζης, προερχόμενος από την Άπω Ανατολή, έφτασε στα Βαλκάνια και στην Ελλάδα μέσω των Αράβων και των Τούρκων.  Τα πιο γνωστά θέατρα σκιών της Νοτιοανατολικής Ασίας είναι εκείνα της Ιάβας, Σιγκαπούρης, Ταϋλάνδης, Μαλαισίας, Καμπότζης, του Μπαλί και του Λάος, η δε πηγή των θεμάτων τους είναι τα παραμύθια του Ράμα, που βασίζονται σε δύο ινδικά επικά ποιήματα, το Ramayana και την Mahabharata.

Στο τέλος του 19ου αιώνα ο τούρκικος Καραγκιόζης είχε πλέον εξελληνιστεί και ήταν ικανός να εκφράσει καθαρά την ελληνική λαϊκή ψυχή. Σημαντικά συνέβαλαν κορυφαίοι καραγκιοζοπαίχτες, όπως ο Μίμαρος στην Πάτρα, ο Αντώνης Μόλλας στην Αθήνα και ο Μέμος στη Θεσσαλονίκη. Σήμερα ο Καραγκιόζης παρά τις αντίξοες – για κάθε παραδοσιακή τέχνη- συνθήκες ζωής, την επιβολή των Μ.Μ.Ε και την επικράτηση νέων τρόπων ψυχαγωγίας συνυφασμένων με την τεχνολογική ανάπτυξη, εξακολουθεί να συμμετέχει στις πολιτιστικές εκδηλώσεις της ελληνικής κοινωνίας, ενώ ο ιδιαίτερος ψυχαγωγικός και παιδαγωγικός  χαρακτήρας του και φυσικά η εύκολη πρόσληψη του από τα παιδιά ,έχουν συντελέσει στο να μετατραπεί σε ένα θέαμα που έχει βασικούς αποδέκτες το ανήλικο κοινό (Αγραφιώτης κ.ά.2014). 

            Ένα από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του είδους είναι η προφορικότητα. Αυτό το στοιχείο σε συνδυασμό με τη σταθερή μορφολογία και τυπολογία εξασφαλίζει στο Θέατρο Σκιών αφενός μεν την επαφή με την παράδοση και αφετέρου την αμεσότητα στην επικοινωνία ανάμεσα στον καραγκιοζοπαίχτη και στο κοινό. Αυτή η  αυτοσχεδιαστική δυνατότητα επιτρέπει στο θέατρο αυτό να λειτουργήσει παιδαγωγικά και να δημιουργήσει κλίμα αμεσότητας και επικοινωνίας. Η έλλειψη συγκεκριμένων κειμένων παράλληλα με την κωδικοποίηση του είδους, αφήνουν σημαντικό περιθώριο για τη θεματική τροποποίηση  της παραδοσιακής δραματουργίας. Έτσι το θέατρο αυτό γίνεται ένα είδος εύκολα προσιτό στους μαθητές και ικανό να υπηρετήσει τις ψυχαγωγικές τους ανάγκες (Αλκηστις 1999).

2. Το Θέατρο Σκιών στην Εκπαίδευση

Με το Θέατρο Σκιών και τις τεχνικές του, ο εκπαιδευτικός μπορεί να αξιοποιήσει και να εμπλουτίσει παιδαγωγικά, αισθητικά και ιδεολογικά τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του σχολείου. Η  αμεσότητα στην επικοινωνία, η δυνατότητα αυτοσχεδιασμού, η αλλαγή στη σκηνική πορεία, η τροποποίηση των σκηνικών μηνυμάτων , η ιδιαιτερότητα της τεχνικής του (παιχνίδι με το φως, σκιές, φιγούρες) και κυρίως το συγκεκριμένο ψυχαγωγικό του περιεχόμενο, καθιστούν αυτό το είδος θεάματος ευέλικτο τόσο για τους μαθητές του Δημοτικού, αφού σε αυτούς μπορεί να παρουσιαστεί αυτόνομα, όσο και για τους μαθητές του Γυμνασίου και Λυκείου σε αποσπασματική, εμβόλιμη μορφή, ανάμεσα στις άλλες εκδοχές του σκηνικού θεάματος (Αποστολίδου-Λουκάτου 2008).

3.Το κείμενο

Ο διαθέσιμος χρόνος, η θεατρική εμπειρία των συντελεστών (εκπαιδευτικών και μαθητών), αλλά και τα πλαίσια μέσα στα οποία προετοιμάζεται η δραστηριότητα αυτή (γεωγραφική περιοχή, κοινωνικο-πολιτιστικό επίπεδο, υλικοτεχνική υποδομή) επηρεάζουν ασφαλώς τις επιλογές του εκπαιδευτικού όσον αφορά  το κείμενο, το έργο που θα προετοιμαστεί. Στόχος του εκπαιδευτικού/εμψυχωτή είναι  η γλώσσα και το κείμενο να σχετίζονται με τις ανάγκες των παιδιών. Τότε μπορεί να λειτουργήσει παιδαγωγικά το Θέατρο Σκιών, όπως άλλωστε το θέατρο γενικότερα (Καλλέργης 1991).

Πρέπει να τονισθεί ότι μια δραστηριότητα Θεάτρου Σκιών δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται με το κλασικό  ρεπερτόριο του Καραγκιόζη. Η γλώσσα και τα θέματα στο παραδοσιακό Θέατρο Σκιών πολλές φορές δεν ενδείκνυνται για το σχολείο. Μπορούν όμως να κρατηθούν τα βασικά, παραδοσιακά διαχρονικά του στοιχεία και να εμπλουτιστεί το ρεπερτόριό του με σύγχρονα θέματα. (Έτσι κι αλλιώς η επιβίωση του Θεάτρου Σκιών είναι αποτέλεσμα της διαρκούς ανανέωσης και του εμπλουτισμού του, κυρίως όσον αφορά τη θεματολογία του και τη γλώσσα). Αυτός ασφαλώς προϋποθέτει καλή γνώση και σεβασμό στο είδος αυτό του  λαϊκού θεάτρου.

Αν ο εκπαιδευτικός επιλέξει να κινηθεί στο παραδοσιακό ρεπερτόριο , μπορεί να αναζητήσει έτοιμα κείμενα από ανθρώπους που ασχολούνται επαγγελματικά με το συγκεκριμένο είδος, ή να αναζητήσει σχετικά βιβλία, που περιέχουν κείμενα του παραδοσιακού ρεπερτορίου (Σπαθάρης, Ιωάννου, Μόλλας). Τα κείμενα αυτά, με την κατάλληλη διασκευή, όταν γίνει με σεβασμό και μεράκι, αποκτούν φρεσκάδα και δίνουν πετυχημένες παραστάσεις.

Εάν ο εκπαιδευτικός επιθυμεί να κινηθεί έξω από τα πλαίσια του παραδοσιακού Καραγκιόζη μπορεί να λειτουργήσει με πολλούς τρόπους:

Μπορεί να  αναζητήσει έτοιμα κείμενα με ποικίλο σύγχρονο περιεχόμενο. Κείμενα που αναφέρονται σε θέματα, τα οποία αφορούν συγκεκριμένες εκδηλώσεις-γιορτές.

  1. Θέματα από τη μυθολογία, την ιστορία, τα παραμύθια ή υλικό από την καθημερινή ζωή μπορούν επίσης  να αποτελέσουν τον βασικό θεματικό πυρήνα για να δημιουργηθεί θεατρικό κείμενο σχετικό με κάποια γιορτή ή άλλο γεγονός. Το κείμενο είναι παιδαγωγικά σκόπιμο να δουλευτεί από την ομάδα των μαθητών με βάση τις δυνατότητες αλλά και το στόχο του
  2. Θέματα από τη Λογοτεχνία. Λογοτεχνικά κείμενα που περιλαμβάνονται στα σχολικά βιβλία με τη διαδικασία της δραματοποίησης και της προσαρμογής στις απαιτήσεις του Θεάτρου Σκιών μπορούν να δώσουν υλικό για μια παράσταση.
  3. Δραματικά κείμενα μπορούν με την κατάλληλη προσαρμογή να αποτελέσουν το ερέθισμα για μια παράσταση με σκιές. Κάτι τέτοιο έχει ήδη γίνει και από παλιούς καραγκιοζοπαίχτες με επιτυχία.
  4. Οι μαθητές είναι οι πρωταγωνιστές στην διαδικασία επιλογής και κυρίως της δημιουργίας ή διασκευής και τελικής διαμόρφωσης του κειμένου που θα δουλέψει και θα παρουσιάσει η ομάδα. Ο εκπαιδευτικός συντονίζει και βοηθάει, ενθαρρύνοντας τη δημιουργική φαντασία των παιδιών.

4.Τα πρόσωπα

Τα πρόσωπα του Θεάτρου Σκιών είναι δύο ειδών: Τα μόνιμα, τύποι δεδομένοι ως μορφή, ως συμπεριφορά και ως χαρακτήρες και τα μη σταθερά ,που δεν είναι τύποι αλλά πρόσωπα με ιστορία, τα οποία εμφανίζονται περιστασιακά (Σηφάκης 1984) σε συγκεκριμένα έργα ( συνήθως ιστορικού περιεχομένου). Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι:

Καραγκιόζης. Ο εκφραστής της ελληνικής ψυχής, αντιφατικός και πολύπλευρος. Ο πονηρός, ο κλέφτης, ο δόλιος αλλά και ο αφελής, ο γενναιόδωρος, ο μεγαλόψυχος. Ο αιώνια πεινασμένος και ξυπόλητος που περιφρονεί τον πλούτο και αψηφά το θάνατο. Ικανός για όλα και για τίποτε, αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας τα πάντα και γελοιοποιεί τους πάντες. Πρόθυμος τόσο να δώσει ξύλο όσο και να φάει. Ψάχνει πάντα για δουλειά ενώ λατρεύει την τεμπελιά και ανακατεύεται παντού, ως από μηχανής θεός. Στα ηρωικά έργα (όπως  ο Αθανάσιος Διάκος) του είδους, στρατεύεται  στον αγώνα για την ελευθερία και  προσφέρει τις υπηρεσίες του στις επαναστατικές κινήσεις των Ελλήνων. Κανένας φόβος για την προσωπική του ζωή δε διαφαίνεται πουθενά. Αντίθετα μάλιστα αυτός συμπεριφέρεται σαν να είναι αθάνατος, άτρωτος από τα βέλη των εχθρών. Σε καμιά περίπτωση δεν χάνει το κέφι του και σίγουρα ποτέ την όρεξη του. Τα χοντροκομμένα αστεία του απευθύνονται τόσο στους δικούς του ανθρώπους όσο και στους εχθρούς του, τους οποίους γελοιοποιεί με το χειρότερο τρόπο. Ουσιαστικά ανίκανος να πολεμήσει με όπλα για την πατρίδα έχει αναπτύξει άλλες μεθόδους πάλης. Πολεμάει με το χιούμορ του, την εξυπνάδα του, την καπατσοσύνη του και φυσικά με την εμφάνιση του. Μια εμφάνιση (καμπούρα, φτώχεια και ξυπολησιά) που του επιτρέπει να ξεγελά και να διακωμωδεί πρώτα απ’ όλα τον εαυτό του.

Χατζηαβάτης:  Ο ρόλος του, όπως πάντα, εξαντλείται στη μεσιτεία, στη μεσολάβηση ανάμεσα στον Καραγκιόζη και στο Βεζίρη ή σε όποιον άλλο φορέα εξουσίας. Είναι κόλακας και δουλοπρεπής, φοβισμένος και υπάκουος πάντα στις εντολές.

Μπάρμπα-Γιώργος:  Ο θείος του Καραγκιόζη από τη Ρούμελη, με τη φουστανέλα και τη βλάχικη προφορά κατορθώνει να δώσει χρώμα και όγκο -κυριολεκτικά και μεταφορικά- σε κάθε παράσταση. Αφενός μεν γιατί είναι η ψηλότερη φιγούρα του θεάτρου σκιών και από τις περισσότερο επιβλητικές και αφετέρου γιατί λεβέντης, καβγατζής και έντονος, όπως πάντα, ξεχωρίζει. Αντιπαρατίθεται στον Βεληγκέκα, το πρωτοπαλίκαρο του Βεζίρη τον οποίο κατατροπώνει, ενισχύοντας το εθνικό φρόνημα των υποδούλων ελλήνων (την εποχή της δημιουργίας του).

Βεζίρης:  ο εκπρόσωπος της εξουσίας γενικά. Στα ηρωικά έργα, που αναφέρονται στην επανάσταση του 1821, ο Βεζίρης είναι όντως ο Τούρκος διοικητής της συγκεκριμένης περιφέρειας.

 Νιόνιος: ευγενής Ζακυνθινός, ντυμένος με φράγκικη ενδυμασία, μιλάει στο επτανησιακό ιδίωμα ανακατεμένο με ιταλικές λέξεις. Γίνεται συχνά ο περίγελος εξαιτίας της αριστοκρατικής του εμφάνισης και συμπεριφοράς.

 Μορφονιός: Ο ωραίος με την τεράστια μύτη. Η ωραιοπάθεια του είναι το αντικείμενο του χλευασμού του από τους άλλους και φυσικά τον Καραγκιόζη.

Δερβέναγας ή Βεληγκέκας: Αλβανός στην καταγωγή και μουσουλμάνος στο θρήσκευμα. Ασκεί τα αστυνομικά καθήκοντα που του αναθέτει ο Βεζίρης.

 Σταύρακας: Ο μάγκας της παρέας. Συχνά μεθυσμένος. Απαραίτητα με κομπολόι.

 Σολομών: Εβραίος, Θεσσαλονικιός, ραδιούργος, πλούσιος και φυσικά τσιγκούνης.

            Αγλαία: Η γυναίκα του Καραγκιόζη

Κολλητήρια: Ο Πιτσικόκος είναι το μικρότερο και το πιο χαριτωμένο παιδάκι του Καραγκιόζη, αυτό που τολμά μέσα ακριβώς από αυτόν το χαρακτηρισμό του να φέρεται θρασύτερα από όλους. Ο Κοπρίτης ακούγεται ως ο περισσότερο βλάκας κυρίως μέσα από την αμεσότητα και την ειλικρίνεια του. Ωστόσο είναι αυτός που λέει τα εξυπνότερα αστεία. Και ο μεγαλύτερος, που ονομάζεται απλά Κολλητήρι.

Μη σταθερά πρόσωπα είναι: Οι ήρωες του 1821 με τα πρωτοπαλίκαρα και όλους τους αγωνιστές, διάφοροι Τούρκοι αξιωματικοί, αστυνόμοι, φύλακες, κύριοι και κυρίες στη δουλειά των οποίων εργάζεται ο Καραγκιόζης, η κόρη του Βεζίρη και άλλοι ανάλογα κάθε φορά με τις ανάγκες του έργου.

5.Το κωμικό στοιχείο στο Θέατρο Σκιών

Στο θέατρο σκιών τα δεδομένα αναστρέφονται, η ασχήμια γίνεται ομορφιά, η αλήθεια γίνεται ψέμα και το αντίστροφο. Ο Καραγκιόζης παίζει τον “τρελό” και μετατρέπει το λογικό κόσμο σε παράλογο θέατρο και το λογικό θέατρο σε παράλογο κόσμο.  Έτσι τα όρια ανάμεσα στο θέατρο και στον κόσμο, στην ψευδαίσθηση και στην πραγματικότητα ενώ μοιάζουν να είναι σαφέστατα σε αυτό το είδος θεάτρου, στη συνείδηση του θεατή συγχέονται εντελώς.

Ιδιαίτερη αντιμετώπιση για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος χρειάζεται το κωμικό στοιχείο, δηλαδή στα στατικά στοιχεία του Θεάτρου Σκιών. Αυτά  ξεκινούν από την απόδοση του σώματος στη φιγούρα μέσα από μια χαρακτηριστικά γκροτέσκο έκφραση, την αιώνια πείνα, τους ξυλοδαρμούς, τη διακωμώδηση του θανάτου και τη συνεχή τροπή του λόγου από την αλήθεια στο ψέμα και από το σοβαρό στο ευτράπελο. Αυτά τα στοιχεία  αποτελούν το βασικό μοχλό του γέλιου είτε το έργο είναι κωμωδία είτε ηρωικό -ιστορικό.

Ο Καραγκιόζης ως πρωταγωνιστής με τα σταθερά στοιχεία της προσωπικότητας του, εξωτερικεύει άφοβα την ενδόμυχη επιθετικότητα του φτωχού και καταπιεσμένου υπηκόου απέναντι στον πανίσχυρο αφέντη του. Όλες σχεδόν οι προσφωνήσεις και οι αποστροφές, όλοι σχεδόν οι τίτλοι, τα αξιώματα και τα κύρια ονόματα μετατρέπονται στο στόμα του σε φράσεις, εκφράσεις και λέξεις -κοινόχρηστες ή κατασκευασμένες- που αναφέρονται πάντα στις κατώτερες περιοχές ή λειτουργίες του σώματος, σε “χυδαία” αντικείμενα ή, πιο συχνά, σε φαγητά. Ανακατεύονται καταυτόν τον τρόπο οι φυτικές, ζωικές και ανθρώπινες μορφές, παραβιάζονται τολμηρά τα όρια τους και μεταμορφώνονται η μια μέσα στην άλλη (Καϊμη 1990).

Σημαντικές σκηνές αποτελούν οι όλων των ειδών ξυλοδαρμοί, που άλλωστε εμφανίζονται σε όλες τις μορφές του λαϊκού θεάτρου, ανεξαρτήτως χώρου και χρόνου. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Καραγκιόζης μέσα από αυτές τις σκηνές δεν κάνει  τίποτε άλλο παρά να αυτογελοιοποιείται, υπογραμμίζοντας μόνος του την κοιλιοδουλία του, τον αντιηρωισμό και τον εγωισμό του.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η παράθεση σκηνών – αδηφαγίας και λαιμαργίας του στα ηρωικά έργα γιατί εκεί ο “ατομιστικός” και “αντιηρωικός” χαρακτήρας του Καραγκιόζη είναι εξαιρετικά σημαίνοντες παράγοντες για την αναγωγή αυτής της παρωδίας σε βασικό συντελεστή που διευρύνει και ολοκληρώνει το νόημα του έργου και της λαϊκής κωμωδίας γενικότερα.

6. Προτάσεις αξιοποίησης του Θεάτρου Σκιών στις πολιτιστικές εκδηλώσεις του Σχολείου

Η διάρκεια μιας σχολικής πολιτιστικής εκδήλωσης, θα μπορούσε να καλυφθεί αυτοτελώς με μια παράσταση «Καραγκιόζη». Αυτό όμως θα ήταν δύσκολο και ίσως κουραστικό και για τους διεκπεραιωτές και για τους θεατές. Μια πρόταση λοιπόν αξιοποίησης αυτών των στοιχείων αφορά τη χρησιμοποίηση του Θεάτρου Σκιών ως μέρους ενός ευρύτερου πολυθεάματος. Ο «Καραγκιόζης» μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά, να εμπλουτίσει τη σχολική γιορτή και να προσδώσει στην όλη εκδήλωση ένα πρωτότυπο αισθητικό αποτέλεσμα.

Οι βασικοί ήρωες του συγκεκριμένου θεάματος, ο Καραγκιόζης, ο Χατζηαβάτης, ο Μπάρμπα Γιώργος, ίσως και τα Κολλητήρια και η Αγλαΐα ή και ο Βεζίρης , μπορούν να εμπλακούν σε έξυπνους διάλογους μέσω των οποίων να σχολιάζουν, να ειρωνεύονται, να καυτηριάζουν τα όσα άλλα συμβαίνουν στη διάρκεια μιας σχολικής εκδήλωσης επί της σκηνής, δρώντας παράλληλα με άλλα θεάματα που περιέχονται στο ίδιο πολυθέαμα. Καταυτό τον τρόπο  μπορούν να αναλάβουν το ρόλο του αφηγητή, ή να αποτελέσουν με κάποιο τρόπο τους αντιπροσώπους του κοινού  ή και του τύπου που παρακολουθεί και σχολιάζει.

Μπορούν να είναι ορατοί ή και αόρατοι για τους ηθοποιούς ή για το κοινό και ανάλογα να ανοίγουν συζητήσεις με τους μεν ή τους δε, οδηγώντας την εξέλιξη των πραγμάτων. Μπορούν να ξαναπαίζουν μια σοβαρή σκηνή, που μόλις παίχθηκε με άλλο τρόπο, διακωμωδώντας την ή φωτίζοντας άλλα σημεία της, όπως τις κρυφές σκέψεις και τα συναισθήματα των ηρώων που δεν εκφράστηκαν επί σκηνής ,να γελοιοποιούν το σοβαρό και να δραματοποιούν το αστείο.

Μπορούν να διώχνουν ή να καλούν τους ηθοποιούς στη σκηνή, να μετατρέπονται σε ΄΄σκηνοθέτη΄΄ ,σε  κοινό ή σε κομπάρσους που εμπλουτίζουν τη σκηνική δράση και επαυξάνουν τη συμμετοχικότητα του κοινού. Μπορούν ,τέλος, να εμφανιστούν στην αρχή μιας εκδήλωσης και μέσα από έναν έξυπνο πρόλογο να κάνουν την εισαγωγή στο θέαμα που θα ακολουθήσει ή να δώσουν ένα τέλος στη γιορτή ανακεφαλαιώνοντας τα όσα προηγήθηκαν με συμπεράσματα, προβληματισμούς, αναπάντεχες εξελίξεις, ξυλοδαρμούς και σφικταγκαλιάσματα.

Εκτός όμως των προηγουμένων, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν κάποιες τεχνικές του Θεάτρου Σκιών εμπλουτίζοντας μια Θεατρική Παράσταση. Το ανθρώπινο σώμα πίσω από ένα κατάλληλα φωτισμένο πανί μπορεί να αποτελέσει Θεατρικό Δρώμενο και ιδιαίτερα τα σώματα των παιδιών πίσω από το πανί μπορούν να δώσουν εξαιρετικές φιγούρες. Με τη μορφή της σκιάς η γλώσσα του σώματος αποδίδει θεατρικά με ποικίλα θέματα και μπορεί να «αφηγηθεί» κείμενα. Το παιχνίδι με το φως και οι σκιές (φιγούρες) που δημιουργούνται ανάλογα με τη θέση και την απόσταση των αντικειμένων πίσω από το πανί προσφέρουν απεριόριστες λύσεις στον τρόπο παρουσίασης εξωπραγματικών και εξωλογικών όντων, σε σκηνές φρίκης, ονείρου και μεταφυσικών καταστάσεων Σε κάθε περίπτωση η καλλιτεχνική παρουσία τους θα διευκολύνει την πρόσληψη των μηνυμάτων της σχολικής γιορτής από τους ανήλικους θεατές και ακριβώς επειδή έχει τη δυνατότητα να προσδώσει έντονο ψυχαγωγικό χαρακτήρα στα τεκταινόμενα θα λειτουργήσει παιδαγωγικά και θα συντελέσει στην εκπλήρωση του στόχου που η εκπαιδευτική κοινότητα επιδιώκει μέσα από τη συγκεκριμένη πολιτιστική εκδήλωση.

7.Θέατρο κούκλας – μαριονέτας

 Το κουκλοθέατρο είναι μορφή θεατρικής τέχνης  που εντάσσεται στην ευρύτερη κατηγορία του θεάματος. Άψυχα αντικείμενα από ξύλο, ύφασμα , χαρτί, δέρμα, πηλό, πλαστικό, ή άλλο υλικό με ποικίλο τρόπο κατασκευής , διαφορετικό μέγεθος, με ανθρώπινη, ζωόμορφη, ή κάθε άλλη εμφάνιση, που αποκτούν κίνηση και λόγο από τον άνθρωπο που τα χειρίζεται κρεμώντας τα ψηλά από κλωστές, ή σχοινιά, ή μετακινώντας τα από κάτω με τα δάχτυλα του. Η πρώτη είναι η περίπτωση της μαριονέτας ενώ η δεύτερη του κουκλοθέατρου (Μαγουλιώτης 2006).

Το περιεχόμενο και η θεματική τους ποικίλουν, ξεκινώντας από κωμικές και σατιρικές ιστορίες και περιστατικά προχωρώντας σε ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα, σε θρησκευτικές και μεταφυσικές αξίες και φτάνοντας μέχρι τραγικές και  δραματικές υποθέσεις. Μπορεί να δημιουργούν ή  να μορφοποιούν μια ιστορία που προκύπτει αυτοσχεδιαστικά κατά τη διάρκεια της παράστασης, ή να είναι ένα ήδη γνωστό λογοτεχνικό ή θεατρικό έργο το οποίο να μεταγράφεται σύμφωνα με τους εκφραστικούς και παραστατικούς κώδικές του είδους. Αυτό που δίνει αξία και διαχρονικότητα αναδεικνύοντας το κουκλοθέατρο  σε ιδιαίτερη κατηγορία θεάματος με αποκλειστικούς αποδεκτές το κοινό ανηλίκων θεατών, είναι η δύναμη της εμψύχωσης.Γιατί η κούκλα, από μόνη της διαθέτει μια δύναμη πειθούς που προέρχεται από την ικανότητα της να παραμένει με αναλλοίωτα χαρακτηριστικά με ατάραχη και εξωτερικά αμετάβλητη φυσιογνωμία σε οποιαδήποτε κατάσταση, όσο κωμικά η τραγικά και αν αυτή παρουσιάζεται. Ο εμψυχωτής με τη φωνή και την εκφραστικότητα των κινήσεων του είναι που θα αποδώσει τα συναισθήματα και θα προκαλέσει στο θεατή τη βιωματική επικοινωνία με τη σκηνική πραγματικότητα.

Το κουκλοθέατρο αρχικά εμφανίζεται  στην Άπω Ανατολή, την  Κίνα, αλλά και την Αίγυπτο και την Αρχαία Ελλάδα, όπου είναι γνωστή ως “νευρόσπαστον” (Ηρόδοτος), αρχικά  με θρησκευτικό χαρακτήρα. Στην Ευρώπη το συναντάμε  το 13ο και 14ο αιώνα στη Σικελία και από εκεί εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη , με φιγούρες που έχουν θρησκευτικό περιεχόμενο, εικονοποιώντας σκηνές από την Αγία Γραφή ( το όνομα “μαριονέτα” προήλθε από το υποκοριστικό “μικρή Μαρία“, που έδιναν στις κούκλες που πουλούσαν μπροστά από εκκλησίες). Σταδιακά ο θρησκευτικός χαρακτήρας εκτοπίζεται και τη θέση του παίρνουν πιο κοσμικάκαι λαϊκά πρόσωπα και  θέματα. Τότε το είδος αρχίζει να πλησιάζει προς το λαϊκό θέατρο, την  Commedia dell’ Arte , αλλά και άλλες μορφές παραδοσιακού θεάτρου για ενήλικο  λαϊκό κοινό. Οι ιταλικοί θίασοι μαριονετιστών που έρχονται στο Παρίσι, παρουσιάζουν μια μικρή κούκλα που παίζει το ρόλο της Παναγίας και οριστικοποιούν τον όρο «μαριονέτα». Η ευρύτατη απήχηση του θεάματος κάνει το κουκλοθέατρο να αποκτήσει μια ταχύτατη εξάπλωση και σταδιακά ( μετά τα μέσα του 19ου αι.) να μετατραπεί από θέατρο ενηλίκων σε θέαμα ανηλίκων.

Στην Ελλάδα το Κουκλοθέατρο εμφανίζεται γύρω στα 1900. Ο  κουκλοπαίχτης Μαριδάκης δημιουργεί  τους χαρακτηριστικούς τύπους του «Φασουλή» και του «Περικλέτου», ενώ στα χρόνια της Κατοχής ιδρύεται το Κουκλοθέατρο Αθηνών «Μπαρμπα Μυτούσης» με χαρακτηριστικούς τύπους τον «Μπαρμπα Μυτούση», τον «Κλούβιο» και τη «Σουβλίτσα» της Ελένης Θεοχάρη-Περάκη.

Η παρουσία της κούκλας και του κουκλοθεάτρου ξεπερνά τα όρια του συγκεκριμένου είδους και συχνά ενσωματώνεται στο επίσημο έντεχνο θέατρο, αποτελώντας δομικό στοιχείο της παράστασης, ενώ πρωτοποριακοί θίασοι , όπως οι «Bread and Puppet» ενδιαφέρθηκαν για το ρόλο της κούκλας, αξιοποιώντας την ποικιλότροπα. Τέλος , αξίζει να αναφέρουμε περιπτώσεις κατά τις οποίες συγγραφείς όπως οι Μ. Μέτερλινγκ, Π. Κλωντέλ, Φ.Γκ. Λόρκα, έγραψαν έργα στα οποία μετέχουν μαριονέτες ή μπορεί να παιχτούν από μαριονέτες ( όπως “Οι Φασουλίδες του Κατσιπόρα” του Φ.Γκ. Λόρκα).

8.Το Κουκλοθέατρο στην Εκπαίδευση

Η αμεσότητα στην επικοινωνία, η ανατροφοδοτούμενη σχέση πλατείας- σκηνής, η εποπτικότητα και παραστατικότητα του θεάματος που χαρακτηρίζουν το κουκλοθέατρο, είναι που αναδεικνύουν το είδος σε ιδανικό μέσο διαπαιδαγώγησης των ανήλικων (Παρούση 2012), αφού η κούκλα δεν αποτελεί παρά ένα όχημα σημασίας δια του οποίου συντελείται η επαφή του εμψυχωτή/ μαριονετίστα – κούκλοπαίκτη με τον ανήλικο  θεατή. Το παιδί μέσα από το συγκεκριμένο θέαμα μεταφέρεται στο χώρο της φαντασίας και του εξωπραγματικού και βιώνει μια νέα πραγματικότητα με την οποία ταυτίζεται, επενδύοντας σε αυτήν αυτόματα τις βιωματικές εμπειρίες και τις συναισθηματικές λειτουργίες του,  μεταθέτοντας και προβάλλοντας τελικά πάνω της το γενικότερο ψυχο-πνευματικό του κόσμου. Η συνείδηση του μετεωρίζεται στο χώρο του φανταστικού από τον οποίο αντλεί εύκολα μηνύματα και ιδανικά δεχόμενη πρότυπα και αξίες που στη συνέχεια μπορεί να υλοποιήσει στην καθημερινή πραγματικότητα. Σε αυτό έγκειται ο ιδιαίτερα παιδευτικός και παιδαγωγικός ρόλος και καταξιώνεται η παρουσία του στο πρόγραμμα των θεατρικών και ευρύτερα καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων του σχολείου.

 Το Κουκλοθέατρο ως μορφή τέχνης και  παιδαγωγικό μέσο, εξυπηρετεί ποικιλότροπα τους παιδαγωγικούς λόγους  της εκπαίδευσης. Εμπλουτίζει την ψυχική, συναισθηματική και πνευματική καλλιέργεια του μαθητή και συμπαρασύρει σε ένα νέο και ενιαίο γίγνεσθαι τη σχέση μαθητή, εμψυχωτή/εκπαιδευτικού και ρόλου, προάγοντας την ποιότητα του λόγου, της κίνησης, της δημιουργικής φαντασίας και της κατανόησης. Οι εκπαιδευτικοί/εμψυχωτές ως πομποί μηνυμάτων, τα παιδιά ως δέκτες αλλά και ως  πομποί-εμψυχωτές τα ίδια, μεταφέρονται σε έναν φανταστικό κόσμο, εκεί όπου με τη σύμβαση και τη βοήθεια άψυχων αντικειμένων και «ως δια μαγείας», ανθρώπινες συμπεριφορές αναλύονται και κατανοούνται, ανομολόγητες σκέψεις και σχόλια εκτίθενται, χαρακτήρες και ήρωες οριοθετούνται. Έτσι το παιδί μέσω της σκηνικής πραγματικότητας εισβάλλει στο χώρο της φαντασίας και εξοικειώνεται με τον αφηρημένο και δυσκολονόητο κόσμο των συμβόλων.

Αυτό που ανυψώνει το Κουκλοθέατρο σε μοναδικό είδος θεατρικής έκφρασης είναι η εμψύχωση και το ζωντάνεμα της κούκλας. Είναι η ευκαιρία και η έμπρακτη προτροπή προς το παιδί να εξωτερικεύσει και να συνθέσει σε λόγο τον εσωτερικό του κόσμο. Η κούκλα βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το κοινό. Το ρωτά, το παροτρύνει, το προκαλεί, του αποσπά λύσεις στην εξέλιξη της ιστορίας. Το παιδί-εμψυχωτής μέσα από τη διαδικασία του Κουκλοθέατρου όχι μόνο αναπτύσσει τη συνεργασία και την επικοινωνία με την ομάδα του αλλά εμπλουτίζει το γλωσσικό του κώδικα, κοινωνικοποιείται, πειθαρχεί.

9.Το Κείμενο

Με το ρεπερτόριο του Θεάτρου Κούκλας ισχύει ό,τι και στην περίπτωση του Θεάτρου Σκιών. Ο διαθέσιμος χρόνος, η σχετική εμπειρία που έχουν αποκτήσει οι ενδιαφερόμενοι  με αυτό το είδος θεάτρου και γενικότερα η δυναμική της ομάδας θα καθορίσουν την επιλογή του κειμένου. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι εκτός από τα έργα που έχουν γραφτεί αποκλειστικά για κουκλοθέατρο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν κείμενα από τη λογοτεχνία και το θέατρο ειδικά διασκευασμένα και προσαρμοσμένα στην ιδιαιτερότητα του είδους. Το πιο σημαντικό, που είναι και ζητούμενο στην εκπαίδευση, είναι οι ίδιοι οι μαθητές στα πλαίσια του Εργαστηρίου Γραφής να οδηγηθούν στη συγγραφή κειμένων με θέματα που μπορεί να ξεκινούν από την αρχαία ελληνική μυθολογία, τον λαϊκό πολιτισμό, την ιστορία αλλά και σύγχρονα θέματα που σχετίζονται με τη δική τους πραγματικότητα. Με τη μέθοδο της δραματοποίησης και με βάση τους κώδικες του κουκλοθεάτρου/μαριονέτας οι μαθητές μπορούν να προβούν σε μια ουσιαστική μεταγραφή των εκφραστικών δεδομένων έργων από τη λογοτεχνία, ή την ιστορία , τη δημοσιογραφία ή άλλης μορφής κείμενα. Ακόμα με την καθοδήγηση του εκπαιδευτικού για μια πιο απαιτητική επιλογή μπορούν να προχωρήσουν σε μια δια-κειμενική σύνθεση μύθων, ως μορφή νεωτερικής γραφής, οι οποίοι σχετίζονται με περιπλανήσεις και αναζητήσεις ηρώων που άπτονται και των δικών τους ανησυχιών και προβληματισμών.

10.Κατασκευή Κούκλας

Ο τρόπος χρήσης και αξιοποίησης της κούκλας, ο ρόλος και η συμμετοχή της στις πολιτιστικές εκδηλώσεις του Σχολείου θα καθορίσει αντίστοιχα και τον τρόπο κατασκευής της. Πάντως για την αυτοσχέδια κούκλα, μπορεί να αξιοποιηθεί οποιοδήποτε αντικείμενο-χρήσιμο ή άχρηστο-αρκεί να προστεθούν κάποια χαρακτηρολογικά/ενδυματολογικά στοιχεία και αποτυπωθούν χαρακτηριστικά προσώπου. Γι’ αυτά εκτός από το να ζωγραφιστούν μπορούν να χρησιμοποιηθούν χρωματιστά χαρτόνια, μαλλιά, σπάγγος, υφάσματα, κουμπιά, κορδόνια. Με τέτοιες ασήμαντες προσθήκες μπορούν να αξιοποιηθούν σαν κούκλες παλιά αντικείμενα, ρολόγια, ομπρέλες, τσάντες κ.α.Με χαρτόνι, συρραπτικό και κόλλα συνδυάζοντας διαφορετικά υλικά μπορούν να κατασκευαστούν περίπλοκες κούκλες που απεικονίζουν ζώα, έντομα, τέρατα  και άλλα πραγματικά ή φαντασιακά πρόσωπα και όντα. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση της ζωγραφικής των δακτύλων του χεριού ή των γαντιών ως είδος κούκλας.

11.Η κούκλα στις σχολικές πολιτιστικές εκδηλώσεις

Ο εκπαιδευτικός/εμψυχωτής γνωρίζοντας κάποια βασικά στοιχεία των κωδίκων που χαρακτηρίζουν το είδος, θέτει σε λειτουργία μηχανισμούς και τεχνικές ώστε η κούκλα να αντιμετωπίζεται σαν ζωντανός οργανισμός και να προκαλεί το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή των θεατών. Στις σχολικές εκδηλώσεις το θέατρο της κούκλας μπορεί να λειτουργήσει περισσότερο ως επιμέρους δράση ενταγμένο σε ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό πλαίσιο εμπλουτίζοντας με τις ιδιαίτερες τεχνικές του το προσφερόμενο θέαμα    και λιγότερο έως καθόλου ως αυτοδύναμη δημιουργία.

Η εκπληκτική σκηνική παρουσία που διαθέτει η κούκλα, τις δίνει απεριόριστες δυνατότητες αξιοποίησής της από τους μαθητές στο Σχολείο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο  εκτός του φυσικού της χώρου μπορεί να αξιοποιηθεί στο Θεατρικό Δρώμενο, στο Σκετς, στη Θεατρική Παράσταση, στο Πολυθέαμα. Μπορεί να συνδέει ως αφηγητής  τις σκηνές , σχολιάζοντας με χιούμορ την προηγούμενη και προετοιμάζοντας την επόμενη, να αναπληρώνει κενά στη δράση, να καλύπτει την παρουσία του εκπαιδευτικού ο οποίος ως εμψυχωτής κρυμμένος πίσω από αυτήν μπορεί να συντονίζει όλη την εκδήλωση. Επίσης μπορεί να αναλάβει ρόλο σε μια παράσταση και να συνδιαλέγεται με τους ηθοποιούς/μαθητές, αλλά και να δώσει διαφορετική αίσθηση σε υπερφυσικά όντα (δαίμονες, τέρατα) όπως και σε αφηρημένες έννοιες και μεταφυσικές καταστάσεις.

EnglishGreek